μαζα
pain
ακροτατοσ
plus élévé
αποδιδωμι
procurer
επειδαν
lorsque
προσφερω (προσενεγκω)
apporter
απλοσ
simple
ειναι συμπληρωτικοσ
assurer la plénitude
αοκνοσ
actif, diligent
χρησισ
occupation
πολυτελεσισ
abondance
διαλειμμα
moment
προσερχομαι
aller vers
κρειττοσ
plus fort
διατιθημι
mettre
τυχη
aléa
αφοβοσ
sans crainte
παρασκευαζω
préparer
οταν
quand
ασωτοσ
le débauché
απολαυσισ
jouissance
κειμαι
consister
αγνοεω
ignorer
ομολογεομαι
etre d’accord
εκδεχομαι
comprendre
ταραττομαι
être troublé
Last changeda year ago